luminous - translation to ρωσικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

luminous - translation to ρωσικά

WIKIMEDIA DISAMBIGUATION PAGE
Lychnidiate; Luminous (disambiguation); Luminous (album); Luminous (song)

luminous         

['lu:minəs]

общая лексика

светящийся

святящийся

оптика

световой

прилагательное

общая лексика

светящийся

ярко освещённый

световой

блестящий

просвещённый

ясный

понятный

проливающий свет (на что-л.)

проясняющий (что-л.)

светящийся, светлый

проливающий свет (на что-л.)

ясный, понятный

просвещенный

синоним

gleaming, glistening, lambent, lucent, lucid, lustrous, refulgent

антоним

dull, dusky gloomy, obscure

luminous         
светлый, светящийся
luminous         
luminous adj. 1) светящийся, светлый; the room was luminous with sunlight - комната была залита солнцем - luminous body - luminous intensity - luminous efficiency 2) проливающий свет (на что-л.) 3) ясный, понятный 4) просвещенный 5) блестящий (об ораторе, писателе и т. п.) Syn: gleaming, glistening, lambent, lucent, lucid, lustrous, refulgent Ant: dull, dusky gloomy, obscure

Ορισμός

Luminous
·adj Enlightened; intelligent; also, clear; intelligible; as, a luminous mind.
II. Luminous ·adj Illuminated; full of light; bright; as, many candles made the room luminous.
III. Luminous ·adj Shining; emitting or reflecting light; brilliant; bright; as, the is a luminous body; a luminous color.

Βικιπαίδεια

Luminous

Luminous may refer to:

  • Luminous flame, a flame emitting visible light
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για luminous
1. The police had luminous yellow and the protesters every colour.
2. There it is on the wall: beautiful, unique, luminous.
3. The washing–up liquid is a rather alarming luminous green.
4. Jackson‘s wife, Marcia, 50, sat listening, with luminous eyes.
5. The sea became luminous; shafted with orange, russet.
Μετάφραση του &#39luminous&#39 σε Ρωσικά